Γιατί δάκρυσε ο Ξέρξης

March 11, 2009 at 5:05 pm (ΔΙΑΦΟΡΑ) (, , )

ΗΡΟΔΟΤΟΣ – ΒΙΒΛΙΟ Ζ΄ 45-46

ΚΕΙΜΕΝΟ:

Ως δε ώρα πάντα μεν τον Έλλήσποντον υπό των νεών αποκεκρυμμένον, πάσας δε τάς ακτάς και τα Αβυδηνών πεδία επίπλεα ανθρώπων, ενθαύτα ο Ξέρξης εωυτόν εμακάρισε, μετά δε τούτω εδάκρυσε. Μαθών δε μιν Άρτάβανος ο πάτρως, ος το πρώτον γνώμην απεδέξατο ελευθέρως ου συμβουλεύων Ξέρξη στρατεύεσθαι επί την Ελλάδα, ούτως ωνήρ φρασθείς Ξέρξην δακρύσαντα  είρετο τάδε. «Ω βασιλεύ, ως πολλόν αλλήλων κεχωρισμένα εργάσαο νυν τε και ολίγω πρότερον, μακαρίσας γαρ σεωυτον δακρύεις». Ο δε είπε «Εσήλθε γαρ με λογισάμενον κατοικτίραι ως βραχύς ειη πας ο ανθρώπινος βιος ει τουύτων γε εόντων τοσούτων ουδείς ες εκατοστόν έτος περιέσται.»

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:

Όσο μάλιστα παρατηρούσε ότι όλο το τοπίο του Ελλήσποντου είχε εξαφανιστεί, λόγω του πλήθους των πλοίων και ότι επίσης όλες ακτές και οι πεδιάδες της Αβύδου ήταν κατάμεστες από τα στρατιωτικά του τμήματα, τότε πια Ξέρξης καλοτύχισε τον εαυτό του και μετά απ’ αυτό δάκρυσε.

Τον αντιλήφθηκε όμως ο από τον πατέρα θείος του Αρτάβανος, ο οποίος και πρώτος είχε εκθέσει σ’ αυτόν ελεύθερα την άποψη του, συμβουλεύοντας τον Ξέρξη να μην εκστρατεύσει εναντίον της Ελλάδας. Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν, όταν πρόσεξε τον Ξέρξη να δακρύζει, τον ρώτησε τα εξής: «Βασιλιά, αλήθεια πόσο διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους έχεις κάνει, και τώρα και λίγο πρωτύτερα! Πρώτα δηλαδή καλοτύχισες τον εαυτό σου και μετά δάκρυσες». Και εκείνος απάντησε: «Με κατέλαβαν συναισθήματα λύπης, όταν ανα­λογίστηκα πόσο μικρή είναι η ανθρώπινη ζωή, μιας και από αυτούς όλους τους στρατιώτες, που είναι βέβαια τόσοι πολ­λοί, ύστερα από εκατό χρόνια, δε θα έχει επιβιώσει ούτε ένας».

Leave a comment